Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χέρης
χεριάρας
χεριάρης
χέριον
χεριφυρής
χερμάδιον
χερμάζω
χερμάς
χερμαστήρ
χερμάτης
χέρνα
χερνής
χερνητικός
χερνῆτις
χερνιβεῖον
χερνίβιον
χέρνιβον
χερνιβόξεστον
χέρνιμμα
χερνίπτομαι
χερνίτης
View word page
χέρνα
poverty

ShortDef

poverty

Debugging

Headword:
χέρνα
Headword (normalized):
χέρνα
Headword (normalized/stripped):
χερνα
IDX:
96410
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96411
Key:

Data

{'content': 'poverty'}