Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χέλυδρος
χελύκλονος
χελύνη
χελύνιον
χελυνοίδης
χελυοσσόος
χέλυς
χέλυσμα
χελύσσομαι
χελωνάριον
χελώνη
χελωνία
χελωνιάς
χελώνινος
χελώνιον
χελωνίς
χελωνοειδής
χελωνός
χελωνοφάγος
χελώτρα
Χέμμις
View word page
χελώνη
a tortoise
ShortDef
a tortoise
Debugging
Headword:
χελώνη
Headword (normalized):
χελώνη
Headword (normalized/stripped):
χελωνη
IDX:
96385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96386
Key:
Data
{'content': 'a tortoise'}