Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χειρουργέω
χειρούργημα
χειρουργητέος
χειρουργία
χειρουργικός
χειρουργός
χειρόχρηστοι
χειρόχωλος
χειρόω
χείρωμα
Χείρων
χείρων
χειρωνακτέω
χειρωνακτικός
χειρῶναξ
χειρωναξία
χειρωνάξιον
Χειρώνειος
χειρωνίς
Χειρωνίς
χείρωσις
View word page
Χείρων
Cheiron
ShortDef
Cheiron
worse, meaner, inferior
Debugging
Headword:
Χείρων
Headword (normalized):
χείρων
Headword (normalized/stripped):
χειρων
IDX:
96343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96344
Key:
Data
{'content': 'Cheiron'}