Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χειροπληθής
χειροπόδης
χειροποιέομαι
χειροποίητος
χειροπόνια
χειροσιδήριον
χειροσκοπία
χειροσκοπικός
χειροσκόπος
χειρόσοφος
χειροστρόφιον
χειροτένων
χειροτεχνέω
χειροτέχνημα
χειροτέχνης
χειροτεχνία
χειροτεχνικός
χειροτέχνιον
χειροτέχντμητος
χειροτονέω
χειροτονητέον
View word page
χειροστρόφιον
instrument of torture for twisting the hands

ShortDef

instrument of torture for twisting the hands

Debugging

Headword:
χειροστρόφιον
Headword (normalized):
χειροστρόφιον
Headword (normalized/stripped):
χειροστροφιον
IDX:
96315
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96316
Key:

Data

{'content': 'instrument of torture for twisting the hands'}