Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χειροβοσκός
χειροβρώς
χειρογάστωρ
Χειρογονία
χειρογραφέω
χειρογραφία
χειρόγραφος
χειροδάϊκτος
χειρόδεικτος
χειρόδεσμος
χειροδίκης
χειροδόσιον
χειροδοτέω
χειρόδοτος
χειροδράκων
χειροδρόπος
χειροήθεια
χειροήθης
χειροθεσία
χειρόκμητος
χειροκοπέω
View word page
χειροδίκης
one who asserts his right by hand, uses the right of might

ShortDef

one who asserts his right by hand, uses the right of might

Debugging

Headword:
χειροδίκης
Headword (normalized):
χειροδίκης
Headword (normalized/stripped):
χειροδικης
IDX:
96269
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96270
Key:

Data

{'content': 'one who asserts his right by hand, uses the right of might'}