Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χειράς
χειραφεσία
χειραψία
χειρεργάτης
χειρητής
χειρίδιον
χειριδόομαι
χειριδωτός
χειρίζω
χειρικός
χείριξις
χείριος
χειρίς
χείρισμα
χειρισμογράφος
χειρισμός
Χειρίσοφος
χειριστέον
χειριστεύω
χειριστής
χειριστικόν
View word page
χείριξις
handling, treatment; administration
ShortDef
handling, treatment; administration
Debugging
Headword:
χείριξις
Headword (normalized):
χείριξις
Headword (normalized/stripped):
χειριξις
IDX:
96242
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96243
Key:
Data
{'content': 'handling, treatment; administration'}