Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χειραγώγιμος
χειραγωγός
χειραλγός
χειραλειπτέω
χειράλυσις
χειράμαξα
χειραμάξιον
χειραπτάζω
χειράς
χειραφεσία
χειραψία
χειρεργάτης
χειρητής
χειρίδιον
χειριδόομαι
χειριδωτός
χειρίζω
χειρικός
χείριξις
χείριος
χειρίς
View word page
χειραψία
violence offered, rough handling
ShortDef
violence offered, rough handling
Debugging
Headword:
χειραψία
Headword (normalized):
χειραψία
Headword (normalized/stripped):
χειραψια
IDX:
96234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96235
Key:
Data
{'content': 'violence offered, rough handling'}