Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χειμιέω
χειμίη
χειμοθνής
χειμοσπορέομαι
χειμόσπορος
χειμοφυγέω
χειμών
χειμωνικός
χειμωνόθεν
χειμωνοτύπος
χείρ
χειράγρα
χειραγρικός
χειραγωγέω
χειραγώγημα
χειραγωγία
χειραγώγιμος
χειραγωγός
χειραλγός
χειραλειπτέω
χειράλυσις
View word page
χείρ
the hand

ShortDef

the hand

Debugging

Headword:
χείρ
Headword (normalized):
χείρ
Headword (normalized/stripped):
χειρ
IDX:
96218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96219
Key:

Data

{'content': 'the hand'}