Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαυνόγειον
χαυνοπολίτης
χαυνόπρωκτος
χαῦνος
χαυνόσομφος
χαυνότης
χαυνόω
χαύνωμα
χαύνωσις
χαυνωτικός
χαυών
χαώδης
χεδρία
χεδροπά
χεδροπώδης
χεζανάγκη
χεζητιάω
χέζω
χεῖ
χειά
χειή
View word page
χαυών
cake

ShortDef

cake

Debugging

Headword:
χαυών
Headword (normalized):
χαυών
Headword (normalized/stripped):
χαυων
IDX:
96172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96173
Key:

Data

{'content': 'cake'}