Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαυλιόδους
χαῦναξ
χαυνόγειον
χαυνοπολίτης
χαυνόπρωκτος
χαῦνος
χαυνόσομφος
χαυνότης
χαυνόω
χαύνωμα
χαύνωσις
χαυνωτικός
χαυών
χαώδης
χεδρία
χεδροπά
χεδροπώδης
χεζανάγκη
χεζητιάω
χέζω
χεῖ
View word page
χαύνωσις
a making slack

ShortDef

a making slack

Debugging

Headword:
χαύνωσις
Headword (normalized):
χαύνωσις
Headword (normalized/stripped):
χαυνωσις
IDX:
96170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96171
Key:

Data

{'content': 'a making slack'}