Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαριτώπης
χαρκολόγος
χαρκωματᾶς
χάρμα
Χαρμαντίδης
χάρμη
χάρμη2
χάρμη3
Χαρμίδεια
Χαρμίδης
χαρμοδότειρα
χαρμονή
χαρμονικός
χαρμοσύνη
χαρμόσυνος
χαρμόφρων
χαροποιέω
χαροποίημα
χαροποιός
Χάροπος
χαροπός
View word page
χαρμοδότειρα
giving delights

ShortDef

giving delights

Debugging

Headword:
χαρμοδότειρα
Headword (normalized):
χαρμοδότειρα
Headword (normalized/stripped):
χαρμοδοτειρα
IDX:
96106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96107
Key:

Data

{'content': 'giving delights'}