Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαρισμός
χαριστεῖον
χαριστέον
χαριστέος
χαριστήριος
χαριστικός
χαριστίων
χαριστωνία
χαρίτερπνος
χαριτήσιον
χαριτία
χαρίτιον
χαριτοβλέφαρος
χαριτογλωσσέω
χαριτοδώτειρα
χαριτόμορφος
χαριτοποιέω
χαριτόπωλις
χάριτος
χαριτόφωνος
χαριτόω
View word page
χαριτία
a jest, joke

ShortDef

a jest, joke

Debugging

Headword:
χαριτία
Headword (normalized):
χαριτία
Headword (normalized/stripped):
χαριτια
IDX:
96084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96085
Key:

Data

{'content': 'a jest, joke'}