Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαρίσιος
χάρισμα
χαρισμός
χαριστεῖον
χαριστέον
χαριστέος
χαριστήριος
χαριστικός
χαριστίων
χαριστωνία
χαρίτερπνος
χαριτήσιον
χαριτία
χαρίτιον
χαριτοβλέφαρος
χαριτογλωσσέω
χαριτοδώτειρα
χαριτόμορφος
χαριτοποιέω
χαριτόπωλις
χάριτος
View word page
χαρίτερπνος
delightsome

ShortDef

delightsome

Debugging

Headword:
χαρίτερπνος
Headword (normalized):
χαρίτερπνος
Headword (normalized/stripped):
χαριτερπνος
IDX:
96082
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96083
Key:

Data

{'content': 'delightsome'}