Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαρίεις
χαριεντίζομαι
χαριέντισμα
χαριεντισμός
χαριεντότης
χαριεργός
χαρίζω
Χαρικλῆς
χαριλαμπέτις
χάριν
Χάρις
χάρις
χαρίσιος
χάρισμα
χαρισμός
χαριστεῖον
χαριστέον
χαριστέος
χαριστήριος
χαριστικός
χαριστίων
View word page
Χάρις
Charis, Grace

ShortDef

Charis, Grace
gratitude, favor, grace, charm

Debugging

Headword:
Χάρις
Headword (normalized):
χάρις
Headword (normalized/stripped):
χαρις
IDX:
96070
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96071
Key:

Data

{'content': 'Charis, Grace'}