Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χαραξίποντος
χάραξις
χαράσσω
Χάρης
Χαρίδημος
χαριδώτης
χαρίεις
χαριεντίζομαι
χαριέντισμα
χαριεντισμός
χαριεντότης
χαριεργός
χαρίζω
Χαρικλῆς
χαριλαμπέτις
χάριν
Χάρις
χάρις
χαρίσιος
χάρισμα
χαρισμός
View word page
χαριεντότης
gracefulness of manner, playfulness
ShortDef
gracefulness of manner, playfulness
Debugging
Headword:
χαριεντότης
Headword (normalized):
χαριεντότης
Headword (normalized/stripped):
χαριεντοτης
IDX:
96064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96065
Key:
Data
{'content': 'gracefulness of manner, playfulness'}