Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χαρακτήρ
χαρακτηριάζω
χαρακτηρίζω
χαρακτηρισμός
χαρακτηριστέον
χαρακτηριστικός
χαράκτης
χαρακτός
χαράκωμα
χαρακών
χαράκωσις
χάραξ
χαραξίποντος
χάραξις
χαράσσω
Χάρης
Χαρίδημος
χαριδώτης
χαρίεις
χαριεντίζομαι
χαριέντισμα
View word page
χαράκωσις
a palisading
ShortDef
a palisading
Debugging
Headword:
χαράκωσις
Headword (normalized):
χαράκωσις
Headword (normalized/stripped):
χαρακωσις
IDX:
96052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96053
Key:
Data
{'content': 'a palisading'}