Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαμευνέω
χαμεύνη
χαμεύνης
χαμευνία
χαμεύνιον
χάμευνος
χαμηλός
χαμῖτις
χαμνός
χαμοσόριον
χαμουλκός
χάμψα
χάν
Χαναάν
Χαναναῖος
χανδάνω
χανδόν
χανδοπότης
χανδός
χάννα
χάνος
View word page
χαμουλκός
crane

ShortDef

crane

Debugging

Headword:
χαμουλκός
Headword (normalized):
χαμουλκός
Headword (normalized/stripped):
χαμουλκος
IDX:
96000
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96001
Key:

Data

{'content': 'crane'}