Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαμαικέρασος
χαμαίκισσος
χαμαικλινής
χαμαικοιτέω
χαμαικοίτης
χαμαικοιτία
χαμαικοίτιον
χαμαικυπάρισσος
χαμαιλέων
χαμαιμηλᾶτον
χαμαιμηλέλαιον
χαμαιμήλινος
χαμαίμηλον
χαμαιπέτεια
χαμαιπετέω
χαμαιπετής
χαμαιπεύκη
χαμαίπιτυς
χαμαιπλάτανος
χαμαίπους
χαμαιρεπής
View word page
χαμαιμηλέλαιον
camomile-oil

ShortDef

camomile-oil

Debugging

Headword:
χαμαιμηλέλαιον
Headword (normalized):
χαμαιμηλέλαιον
Headword (normalized/stripped):
χαμαιμηλελαιον
IDX:
95962
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95963
Key:

Data

{'content': 'camomile-oil'}