Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαμαίδρυς
χαμαιεύνης
χαμαιευνής
χαμαιεύρετος
χαμαίζηλος
χαμαίκαυλος
χαμαικέρασος
χαμαίκισσος
χαμαικλινής
χαμαικοιτέω
χαμαικοίτης
χαμαικοιτία
χαμαικοίτιον
χαμαικυπάρισσος
χαμαιλέων
χαμαιμηλᾶτον
χαμαιμηλέλαιον
χαμαιμήλινος
χαμαίμηλον
χαμαιπέτεια
χαμαιπετέω
View word page
χαμαικοίτης
sleeping on the ground

ShortDef

sleeping on the ground

Debugging

Headword:
χαμαικοίτης
Headword (normalized):
χαμαικοίτης
Headword (normalized/stripped):
χαμαικοιτης
IDX:
95956
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95957
Key:

Data

{'content': 'sleeping on the ground'}