Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαμαιγενής
χαμαιδάφνη
χαμαιδιδάσκαλος
χαμαιδικαστής
χαμαιδρυΐτης
χαμαίδρυς
χαμαιεύνης
χαμαιευνής
χαμαιεύρετος
χαμαίζηλος
χαμαίκαυλος
χαμαικέρασος
χαμαίκισσος
χαμαικλινής
χαμαικοιτέω
χαμαικοίτης
χαμαικοιτία
χαμαικοίτιον
χαμαικυπάρισσος
χαμαιλέων
χαμαιμηλᾶτον
View word page
χαμαίκαυλος
with creeping stalk

ShortDef

with creeping stalk

Debugging

Headword:
χαμαίκαυλος
Headword (normalized):
χαμαίκαυλος
Headword (normalized/stripped):
χαμαικαυλος
IDX:
95951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95952
Key:

Data

{'content': 'with creeping stalk'}