Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαμαδύτης
χαμᾶζε
χαμᾶθεν
χαμαί
χαμαιάκτη
χαμαίβατος
χαμαιγενής
χαμαιδάφνη
χαμαιδιδάσκαλος
χαμαιδικαστής
χαμαιδρυΐτης
χαμαίδρυς
χαμαιεύνης
χαμαιευνής
χαμαιεύρετος
χαμαίζηλος
χαμαίκαυλος
χαμαικέρασος
χαμαίκισσος
χαμαικλινής
χαμαικοιτέω
View word page
χαμαιδρυΐτης
flavoured with germander

ShortDef

flavoured with germander

Debugging

Headword:
χαμαιδρυΐτης
Headword (normalized):
χαμαιδρυΐτης
Headword (normalized/stripped):
χαμαιδρυιτης
IDX:
95945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95946
Key:

Data

{'content': 'flavoured with germander'}