Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χαλκωρύχος
χαλμαίας
Χαλυβδικός
Χάλυβος
χάλυψ
Χάλυψ
χαμάδις
χαμαδύτης
χαμᾶζε
χαμᾶθεν
χαμαί
χαμαιάκτη
χαμαίβατος
χαμαιγενής
χαμαιδάφνη
χαμαιδιδάσκαλος
χαμαιδικαστής
χαμαιδρυΐτης
χαμαίδρυς
χαμαιεύνης
χαμαιευνής
View word page
χαμαί
on the earth, on the ground
ShortDef
on the earth, on the ground
Debugging
Headword:
χαμαί
Headword (normalized):
χαμαί
Headword (normalized/stripped):
χαμαι
IDX:
95938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95939
Key:
Data
{'content': 'on the earth, on the ground'}