Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χαλκοτυπέω
χαλκοτυπία
χαλκοτυπική
χαλκοτύπος
χαλκότυπος
χαλκουργεῖον
χαλκουργέω
χαλκούργημα
χαλκουργία
χαλκουργικός
χαλκουργός
χαλκοῦς
χαλκοφάλαρος
χαλκοφανής
χαλκοφόρος
χαλκόφωνος
χαλκοχάρμας
χαλκοχάρμης
χαλκοχίτων
χαλκόχρους
χαλκόχυτος
View word page
χαλκουργός
a coppersmith
ShortDef
a coppersmith
Debugging
Headword:
χαλκουργός
Headword (normalized):
χαλκουργός
Headword (normalized/stripped):
χαλκουργος
IDX:
95905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95906
Key:
Data
{'content': 'a coppersmith'}