Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Χαλκίς
χαλκισμός
χαλκῖτις
χαλκοάρας
χαλκοβαρής
χαλκοβατής
χαλκοβόας
χαλκόγενυς
χαλκογλώχιν
χαλκογλώχις
χαλκοδαίδαλος
χαλκοδάμας
χαλκόδετος
χαλκοειδής
χαλκόζωνος
χαλκόθερμον
χαλκοθέσιον
χαλκοθήκη
χαλκόθροος
χαλκοκέραυνος
χαλκοκνήμις
View word page
χαλκοδαίδαλος
working in brass

ShortDef

working in brass

Debugging

Headword:
χαλκοδαίδαλος
Headword (normalized):
χαλκοδαίδαλος
Headword (normalized/stripped):
χαλκοδαιδαλος
IDX:
95834
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95835
Key:

Data

{'content': 'working in brass'}