Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαλκεύω
χαλκέων
χαλκεών
χαλκῆ
χαλκηδών
χαλκήϊος
χαλκήλατος
χαλκήρης
χαλκιαῖος
χαλκιδεύομαι
Χαλκιδεύς
χαλκιδίζω
Χαλκιδικός
χαλκιδῖτις
χαλκιεία
χαλκίζω
χαλκικός
χαλκίναος
χαλκίνδα
χάλκινος
χαλκίοικος
View word page
Χαλκιδεύς
Chalcidian, of Chalcis

ShortDef

Chalcidian, of Chalcis

Debugging

Headword:
Χαλκιδεύς
Headword (normalized):
χαλκιδεύς
Headword (normalized/stripped):
χαλκιδευς
IDX:
95810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95811
Key:

Data

{'content': 'Chalcidian, of Chalcis'}