Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χάλκεος
χαλκεοτευχής
χαλκεοτέχνης
χαλκεόφωνος
χάλκευμα
χαλκεύς
χαλκευτικός
χαλκευτός
χαλκεύω
χαλκέων
χαλκεών
χαλκῆ
χαλκηδών
χαλκήϊος
χαλκήλατος
χαλκήρης
χαλκιαῖος
χαλκιδεύομαι
Χαλκιδεύς
χαλκιδίζω
Χαλκιδικός
View word page
χαλκεών
forge, smithy
ShortDef
forge, smithy
Debugging
Headword:
χαλκεών
Headword (normalized):
χαλκεών
Headword (normalized/stripped):
χαλκεων
IDX:
95802
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95803
Key:
Data
{'content': 'forge, smithy'}