Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαλκεοκάρδιος
χαλκεόκρανος
χαλκεόκτυπος
χαλκεομήστωρ
χαλκεόνωτος
χαλκεόπεζος
χαλκέοπλος
χάλκεος
χαλκεοτευχής
χαλκεοτέχνης
χαλκεόφωνος
χάλκευμα
χαλκεύς
χαλκευτικός
χαλκευτός
χαλκεύω
χαλκέων
χαλκεών
χαλκῆ
χαλκηδών
χαλκήϊος
View word page
χαλκεόφωνος
with voice of brass

ShortDef

with voice of brass

Debugging

Headword:
χαλκεόφωνος
Headword (normalized):
χαλκεόφωνος
Headword (normalized/stripped):
χαλκεοφωνος
IDX:
95795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95796
Key:

Data

{'content': 'with voice of brass'}