Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαλινοποιική
χαλινοποιός
χαλινός
χαλινουργός
χαλινοφάγος
χαλινόω
χαλίνωσις
χαλινωτήρια
χάλιξ
χάλις
χαλιφρονέω
χαλιφροσύνη
χαλίφρων
χαλκανθίζω
χάλκανθον
χαλκάνθρωπος
χαλκανθώδης
χαλκάρματος
χάλκασπις
χαλκεγχής
χαλκεία
View word page
χαλιφρονέω
to be lightminded

ShortDef

to be lightminded

Debugging

Headword:
χαλιφρονέω
Headword (normalized):
χαλιφρονέω
Headword (normalized/stripped):
χαλιφρονεω
IDX:
95764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95765
Key:

Data

{'content': 'to be lightminded'}