Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χαλιδοφόρος
χαλικοκαύστης
χαλίκρητος
χαλικώδης
χαλίκωμα
χαλιμάς
χαλιναγωγέω
χαλιναγωγία
χαλιναγωγός
χαλινάριον
χαλινῖτις
χαλινοποιική
χαλινοποιός
χαλινός
χαλινουργός
χαλινοφάγος
χαλινόω
χαλίνωσις
χαλινωτήρια
χάλιξ
χάλις
View word page
χαλινῖτις
bridling
ShortDef
bridling
Debugging
Headword:
χαλινῖτις
Headword (normalized):
χαλινῖτις
Headword (normalized/stripped):
χαλινιτις
IDX:
95753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95754
Key:
Data
{'content': 'bridling'}