Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χαλάζιον
χαλάζιος
χαλαζοβολέω
χαλαζοβόλος
χαλαζοκοπέω
χαλαζοκοπία
χαλαζόομαι
χαλαζοφύλαξ
χαλαζώδης
χαλάζωσις
χαλαίπους
χαλαίρυπος
χαλαρός
χαλαρότης
χαλαρόω
χάλασις
χάλασμα
χαλασμάτιον
χαλαστέον
χαλαστήρια
χαλαστικός
View word page
χαλαίπους
with loose, trailing feet, halting

ShortDef

with loose, trailing feet, halting

Debugging

Headword:
χαλαίπους
Headword (normalized):
χαλαίπους
Headword (normalized/stripped):
χαλαιπους
IDX:
95713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95714
Key:

Data

{'content': 'with loose, trailing feet, halting'}