Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φωταγωγός
φωταύγεια
φωτεινοειδής
φωτεινός
φωτιγγιστής
φῶτιγξ
φωτίζω
φώτισις
φώτισμα
φωτισμός
φωτιστήριον
φωτιστικός
φωτοβίας
φωτοβολία
φωτοδότης
φωτοειδής
φωτοθυρίς
φωτοκινήτης
φωτοκράτωρ
φωτολαμπής
φωτοπλήξ
View word page
φωτιστήριον
lanternwindow

ShortDef

lanternwindow

Debugging

Headword:
φωτιστήριον
Headword (normalized):
φωτιστήριον
Headword (normalized/stripped):
φωτιστηριον
IDX:
95657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95658
Key:

Data

{'content': 'lanternwindow'}