Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φωταγωγία
φωταγωγός
φωταύγεια
φωτεινοειδής
φωτεινός
φωτιγγιστής
φῶτιγξ
φωτίζω
φώτισις
φώτισμα
φωτισμός
φωτιστήριον
φωτιστικός
φωτοβίας
φωτοβολία
φωτοδότης
φωτοειδής
φωτοθυρίς
φωτοκινήτης
φωτοκράτωρ
φωτολαμπής
View word page
φωτισμός
illumination, light

ShortDef

illumination, light

Debugging

Headword:
φωτισμός
Headword (normalized):
φωτισμός
Headword (normalized/stripped):
φωτισμος
IDX:
95656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95657
Key:

Data

{'content': 'illumination, light'}