Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φωνά
φωνασκέω
φωνασκία
φωνασκικός
φωνασκός
φωνέω
φωνή
φωνήεις
φώνημα
φώνησις
φωνητήριος
φωνητής
φωνητικός
φωνητός
φωνικός
φωνοβόλος
φωνομαχέω
φωνομαχία
φωνόμιμος
φῶξις
φώρ
View word page
φωνητήριος
of speech
ShortDef
of speech
Debugging
Headword:
φωνητήριος
Headword (normalized):
φωνητήριος
Headword (normalized/stripped):
φωνητηριος
IDX:
95614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95615
Key:
Data
{'content': 'of speech'}