Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φωλευτέον
φωλεύω
φωλεώδης
φωλητήρ
φωλητήριον
φωλίον
φωλίς
φωνά
φωνασκέω
φωνασκία
φωνασκικός
φωνασκός
φωνέω
φωνή
φωνήεις
φώνημα
φώνησις
φωνητήριος
φωνητής
φωνητικός
φωνητός
View word page
φωνασκικός
of or for exercising the voice
ShortDef
of or for exercising the voice
Debugging
Headword:
φωνασκικός
Headword (normalized):
φωνασκικός
Headword (normalized/stripped):
φωνασκικος
IDX:
95607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95608
Key:
Data
{'content': 'of or for exercising the voice'}