Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φύστις
Φυσώ
φυσώδης
φυταγωγέω
φυταλιά
φυτάλμιος
φυτάς
φυτεία
φύτειρον
φύτευμα
φυτεύσιμος
φυτευτέον
φυτευτήριον
φυτευτής
φυτευτικός
φυτευτός
φυτεύω
φυτηκομέω
φυτηκομία
φυτήκομος
φυτιαῖος
View word page
φυτεύσιμος
fit for planting

ShortDef

fit for planting

Debugging

Headword:
φυτεύσιμος
Headword (normalized):
φυτεύσιμος
Headword (normalized/stripped):
φυτευσιμος
IDX:
95536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95537
Key:

Data

{'content': 'fit for planting'}