Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φυσίωσις
φυσίωσις2
Φύσκα
φύσκη
φυσκία
φύσκος
φύσκων
φυσόβαθρον
φυσοειδής
φυσόομαι
φυστή
φύστις
Φυσώ
φυσώδης
φυταγωγέω
φυταλιά
φυτάλμιος
φυτάς
φυτεία
φύτειρον
φύτευμα
View word page
φυστή
barley-cake
ShortDef
barley-cake
Debugging
Headword:
φυστή
Headword (normalized):
φυστή
Headword (normalized/stripped):
φυστη
IDX:
95525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95526
Key:
Data
{'content': 'barley-cake'}