Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυσιογνωμονέω
φυσιογνωμονία
φυσιογνωμονικός
φυσιογνώμων
φυσιολογέω
φυσιολόγημα
φυσιολογητέον
φυσιολογία
φυσιολογικός
φυσιολόγος
φυσιοποιέω
φυσιόω
φυσιόω2
φύσις
φυσίωμα
φυσίωσις
φυσίωσις2
Φύσκα
φύσκη
φυσκία
φύσκος
View word page
φυσιοποιέω
remould as by a second nature

ShortDef

remould as by a second nature

Debugging

Headword:
φυσιοποιέω
Headword (normalized):
φυσιοποιέω
Headword (normalized/stripped):
φυσιοποιεω
IDX:
95510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95511
Key:

Data

{'content': 'remould as by a second nature'}