Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φυσίζοος
φυσίζους
φυσίζῳος
φυσίκευμα
φυσικεύομαι
φυσίκιλλος
φυσικλείδιον
φυσικός
φύσιμος
φυσιογνωμονέω
φυσιογνωμονία
φυσιογνωμονικός
φυσιογνώμων
φυσιολογέω
φυσιολόγημα
φυσιολογητέον
φυσιολογία
φυσιολογικός
φυσιολόγος
φυσιοποιέω
φυσιόω
View word page
φυσιογνωμονία
the science
ShortDef
the science
Debugging
Headword:
φυσιογνωμονία
Headword (normalized):
φυσιογνωμονία
Headword (normalized/stripped):
φυσιογνωμονια
IDX:
95501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95502
Key:
Data
{'content': 'the science'}