Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυσητός
φυσήφρων
φυσίαμα
φυσιασμός
φυσιάω
φυσιγγιστής
φυσιγγόομαι
φυσίγναθος
φῦσιγξ
φυσίζοος
φυσίζους
φυσίζῳος
φυσίκευμα
φυσικεύομαι
φυσίκιλλος
φυσικλείδιον
φυσικός
φύσιμος
φυσιογνωμονέω
φυσιογνωμονία
φυσιογνωμονικός
View word page
φυσίζους
life-producing

ShortDef

life-producing

Debugging

Headword:
φυσίζους
Headword (normalized):
φυσίζους
Headword (normalized/stripped):
φυσιζους
IDX:
95492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95493
Key:

Data

{'content': 'life-producing'}