Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυσητής
φυσητικός
φυσητός
φυσήφρων
φυσίαμα
φυσιασμός
φυσιάω
φυσιγγιστής
φυσιγγόομαι
φυσίγναθος
φῦσιγξ
φυσίζοος
φυσίζους
φυσίζῳος
φυσίκευμα
φυσικεύομαι
φυσίκιλλος
φυσικλείδιον
φυσικός
φύσιμος
φυσιογνωμονέω
View word page
φῦσιγξ
the stalk of garlic

ShortDef

the stalk of garlic

Debugging

Headword:
φῦσιγξ
Headword (normalized):
φῦσιγξ
Headword (normalized/stripped):
φυσιγξ
IDX:
95490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95491
Key:

Data

{'content': 'the stalk of garlic'}