Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φύρασις
φυρατέον
φυρατής
φυρατός
φυράω
φύρδην
φύρμα
φυρμός
φύρσιμος
φύρσις
φυρτήτης
φύρω
φύς
φῦσα
Φυσάδεια
φυσαλέος
φυσαλλίς
φύσαλος
φύσανσις
φύσας
φυσασμός
View word page
φυρτήτης
mixed, kneaded up
ShortDef
mixed, kneaded up
Debugging
Headword:
φυρτήτης
Headword (normalized):
φυρτήτης
Headword (normalized/stripped):
φυρτητης
IDX:
95461
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95462
Key:
Data
{'content': 'mixed, kneaded up'}