Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυλλομανέω
φυλλομανής
φύλλον
φυλλορόος
φυλλορροέω
φυλλόρροια
φυλλορρόος
φυλλόσκεπος
φυλλόστρωτος
φυλλοτόκος
φυλλοτόμος
φυλλοτρώξ
φυλλοφορέω
φυλλοφόρος
φυλλοφυέω
φυλλοχοέω
φυλλοχόος
φυλλόω
φυλλώδης
φύλλωμα
φυλοβασιλεύς
View word page
φυλλοτόμος
cutting off leaves

ShortDef

cutting off leaves

Debugging

Headword:
φυλλοτόμος
Headword (normalized):
φυλλοτόμος
Headword (normalized/stripped):
φυλλοτομος
IDX:
95418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95419
Key:

Data

{'content': 'cutting off leaves'}