Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυλλολογέω
φυλλολογία
φυλλολόγος
φυλλομανέω
φυλλομανής
φύλλον
φυλλορόος
φυλλορροέω
φυλλόρροια
φυλλορρόος
φυλλόσκεπος
φυλλόστρωτος
φυλλοτόκος
φυλλοτόμος
φυλλοτρώξ
φυλλοφορέω
φυλλοφόρος
φυλλοφυέω
φυλλοχοέω
φυλλοχόος
φυλλόω
View word page
φυλλόσκεπος
covered with leaves

ShortDef

covered with leaves

Debugging

Headword:
φυλλόσκεπος
Headword (normalized):
φυλλόσκεπος
Headword (normalized/stripped):
φυλλοσκεπος
IDX:
95415
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95416
Key:

Data

{'content': 'covered with leaves'}