Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυλλίνης
φύλλινος
φύλλιον
φυλλίς
φυλλῖτις
φυλλοβολέω
φυλλοβολία
φυλλοβόλος
φυλλόκομος
φυλλοκόπος
φυλλολογέω
φυλλολογία
φυλλολόγος
φυλλομανέω
φυλλομανής
φύλλον
φυλλορόος
φυλλορροέω
φυλλόρροια
φυλλορρόος
φυλλόσκεπος
View word page
φυλλολογέω
strip the leaves off

ShortDef

strip the leaves off

Debugging

Headword:
φυλλολογέω
Headword (normalized):
φυλλολογέω
Headword (normalized/stripped):
φυλλολογεω
IDX:
95405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95406
Key:

Data

{'content': 'strip the leaves off'}