Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φυλλιάω
φυλλίζω
φυλλικός
φυλλίνης
φύλλινος
φύλλιον
φυλλίς
φυλλῖτις
φυλλοβολέω
φυλλοβολία
φυλλοβόλος
φυλλόκομος
φυλλοκόπος
φυλλολογέω
φυλλολογία
φυλλολόγος
φυλλομανέω
φυλλομανής
φύλλον
φυλλορόος
φυλλορροέω
View word page
φυλλοβόλος
shedding leaves
ShortDef
shedding leaves
Debugging
Headword:
φυλλοβόλος
Headword (normalized):
φυλλοβόλος
Headword (normalized/stripped):
φυλλοβολος
IDX:
95402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95403
Key:
Data
{'content': 'shedding leaves'}