Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυλίη
φύλιος
φυλλάζω
φυλλάκανθος
φυλλάμπελον
φυλλαναλογημός
φυλλανθές
φυλλάς
φυλλεῖον
φυλλιάω
φυλλίζω
φυλλικός
φυλλίνης
φύλλινος
φύλλιον
φυλλίς
φυλλῖτις
φυλλοβολέω
φυλλοβολία
φυλλοβόλος
φυλλόκομος
View word page
φυλλίζω
strip of leaves

ShortDef

strip of leaves

Debugging

Headword:
φυλλίζω
Headword (normalized):
φυλλίζω
Headword (normalized/stripped):
φυλλιζω
IDX:
95393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95394
Key:

Data

{'content': 'strip of leaves'}