Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φυλαρχία
φύλαρχος
Φύλας
Φυλάσιος
φυλάσσω
Φυλεΐδης
φυλετεύω
φυλέτης
φυλετικός
Φυλεύς
φυλή
Φυλή
φυληρις
φυλία
φυλίη
φύλιος
φυλλάζω
φυλλάκανθος
φυλλάμπελον
φυλλαναλογημός
φυλλανθές
View word page
φυλή
a race, a tribe

ShortDef

a race, a tribe
Phyle

Debugging

Headword:
φυλή
Headword (normalized):
φυλή
Headword (normalized/stripped):
φυλη
IDX:
95379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95380
Key:

Data

{'content': 'a race, a tribe'}