Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φρυγεύς
φρυγία
Φρυγία
Φρύγια
φρυγιαύλιον
φρυγίζω
Φρυγίη
φρυγίλος
φρυγίνδα
φρύγιον
φρύγιος
Φρύγιος
Φρυγιστί
φρυγμός
φρύγω
φρυκτός
φρυκτωρέω
φρυκτωρία
φρυκτώριον
φρυκτωρός
φρύνη
View word page
φρύγιος
dry
ShortDef
dry
Phrygian, of, from Phrygia
Debugging
Headword:
φρύγιος
Headword (normalized):
φρύγιος
Headword (normalized/stripped):
φρυγιος
IDX:
95256
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95257
Key:
Data
{'content': 'dry'}