Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φρυγανισμός
φρυγανιστήρ
φρυγανίτης
φρύγανον
φρυγανοφόρος
φρυγανώδης
Φρύγες
φρύγετρον
φρυγεύς
φρυγία
Φρυγία
Φρύγια
φρυγιαύλιον
φρυγίζω
Φρυγίη
φρυγίλος
φρυγίνδα
φρύγιον
φρύγιος
Φρύγιος
Φρυγιστί
View word page
Φρυγία
Phrygia

ShortDef

female roaster
Phrygia

Debugging

Headword:
Φρυγία
Headword (normalized):
φρυγία
Headword (normalized/stripped):
φρυγια
IDX:
95248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95249
Key:

Data

{'content': 'Phrygia'}