Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φρουροδόμος
φρουρός
φρουρύτης
φρύαγμα
φρυαγματίας
φρυαγμοσέμνακος
φρυακτής
φρυάσσομαι
φρυγανίζω
φρυγανισμός
φρυγανιστήρ
φρυγανίτης
φρύγανον
φρυγανοφόρος
φρυγανώδης
Φρύγες
φρύγετρον
φρυγεύς
φρυγία
Φρυγία
Φρύγια
View word page
φρυγανιστήρ
one who gathers firewood

ShortDef

one who gathers firewood

Debugging

Headword:
φρυγανιστήρ
Headword (normalized):
φρυγανιστήρ
Headword (normalized/stripped):
φρυγανιστηρ
IDX:
95239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95240
Key:

Data

{'content': 'one who gathers firewood'}